Παρασκευή 2 Ιανουαρίου 2015

4Η ΕΝΟΤΗΤΑ Ν. ΓΛΩΣΣΑΣ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ



ΕΝΟΤΗΤΑ 4η ΦΡΟΝΤΙΖΩ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΜΟΥ
4.Β. ΟΝΟΜΑΤΙΚΗ ΦΡΑΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ

4.Β.1 Ορισμός: Ονοματική λέγεται η φράση[S1]  που έχει ως κεφαλή (κεντρική λέξη) ένα ουσιαστικό (ή μια λέξη που λειτουργεί ως ουσιαστικό). Στις ονοματικές φράσεις συμπεριλαμβάνονται και οι ισχυροί τύποι των προσωπικών αντωνυμιών. Ονομάζεται και ονοματικό σύνολο.

Λειτουργίες: Οι κύριες λειτουργίες της ονοματικής φράσης (ΟΦ) είναι:
α. να λειτουργεί ως υποκείμενο[S2] [1] ενός ρήματος σε πτώση ονομαστική,

β. να λειτουργεί ως κατηγορούμενο[2] του υποκειμένου ή του αντικειμένου με τη βοήθεια συνδετικών ρημάτων [u3] σε ονομαστική ή αιτιατική αντίστοιχα,

γ. να λειτουργεί ως άμεσο ή έμμεσο αντικείμενο[3][u4]  του ρήματος σε αιτιατική ή γενική,
δ. να αποτελεί συμπλήρωμα πρόθεσης, να εξαρτάται δηλαδή από μια πρόθεση σε πτώση αιτιατική ή γενική,
ε. να λειτουργεί ως συμπλήρωμα/προσδιορισμός μιας άλλης ΟΦ: να εξαρτάται, δηλαδή, από την κεφαλή μιας άλλης ΟΦ, κατά κανόνα σε πτώση γενική
Η πτώση είναι βασικό χαρακτηριστικό της ΟΦ και ο ρόλος της είναι «η σύνδεση του ονόματος με το στοιχείο της πρότασης από το οποίο εξαρτάται». Έτσι, το παρακάτω παράδειγμα :
(1)        Ο πατέρας του Γιώργου χτύπησε τη μύτη του στον τοίχο.
περιέχει τέσσερις ΟΦ: η πρώτη σε ονομαστική λειτουργεί ως υποκείμενο, η δεύτερη σε γενική προσδιορίζει την πρώτη ΟΦ (εξαρτάται από την κεφαλή πατέρας), η τρίτη ΟΦ είναι το άμεσο αντικείμενο και βρίσκεται σε αιτιατική πτώση, ενώ η τέταρτη ΟΦ κυβερνάται από την πρόθεση σε, από την οποία και παίρνει πτώση (ή αλλιώς: η πρόθεση σε συντάσσεται με αιτιατική).
Συστατικά της ΟΦ: Όπως είναι φανερό από τον ορισμό, «πυρήνας» μιας ΟΦ είναι το ουσιαστικό ή κάποιο στοιχείο που μπορεί να λειτουργήσει ως ουσιαστικό (π.χ ουσιαστικοποιημένο επίθετο) ή να αντικαταστήσει ένα ουσιαστικό, όπως τα ακόλουθα:
-     αντωνυμία: Εγώ θα πάω,
-     επίθετο: Φοράει μαύρα,
-     αριθμητικό: Ήρθαν δέκα,
-     άλλο μέρος του λόγου: Χίλια ευχαριστώ,
-     δευτερεύουσα ονοματική πρόταση (που μπορεί να λειτουργήσει, π.χ. ως υποκείμενο, κατηγορούμενο ή αντικείμενο του ρήματος της κύριας πρότασης): Όσα μου είπε ήταν ψέματα.

4.Β.2 Επιθετικός προσδιορισμός
Η πρωταρχική λειτουργία ενός επιθέτου είναι να προσδιορίζει ένα ουσιαστικό, στο οποίο αποδίδει μια συγκεκριμένη (μόνιμη ή παροδική) ιδιότητα . Το επίθετο που συνοδεύει ένα ουσιαστικό έχει μια από τις παρακάτω λειτουργίες: προσδιοριστική ή κατηγορηματική.
Στην προσδιοριστική λειτουργία, ή αλλιώς επιθετικό προσδιορισμό [u5] ένα επίθετο συνοδεύει το ουσιαστικό στην ίδια ονοματική φράση:
(1)μια κόκκινη καρέκλα
(2)ο ωραίος άντρας.
Στην προσδιοριστική λειτουργία, το επίθετο πρέπει να συμφωνεί με το ουσιαστικό κατά το γένος, τον αριθμό και την πτώση.
Η κανονική θέση ενός επιθέτου στην προσδιοριστική λειτουργία είναι πριν από το ουσιαστικό
Όταν υπάρχει άρθρο, τότε το επίθετο εμφανίζεται ανάμεσα στο άρθρο και στο ουσιαστικό, όπως στα παραδείγματα (1-2). Το επίθετο μπορεί ωστόσο να εμφανίζεται μετά το ουσιαστικό για λόγους ιδιαίτερης έμφασης: σε αυτές τις περιπτώσεις, αν το ουσιαστικό έχει μπροστά το οριστικό άρθρο, τότε το άρθρο πρέπει να επαναληφθεί μπροστά και από το επίθετο:
(3)μια καρέκλα κόκκινη/ ο άντρας ο ωραίος.


4.Γ ΚΛΙΣΗ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΩΝ
1. Κλίση ουσιαστικών
Τα ουσιαστικά διαφοροποιούνται μορφολογικά ανάλογα με το γραμματικό τους γένος σε αρσενικά, θηλυκά και ουδέτερα. Το γραμματικό γένος [u6] στερείται σημασίας, απλώς αποτελεί μορφολογική ένδειξη, χρήσιμη μόνο για την επιλογή των κατάλληλων τύπων (συμφωνία με άλλες γραμματικές κατηγορίες και κλίση) . Οι γραμματικές σημασίες της πτώσης[4] και του αριθμού[5] δηλώνονται επίσης στην κατάληξη, η οποία αποτέλεσε βασικό κριτήριο μορφολογικής ταξινόμησης των ουσιαστικών της νέας ελληνικής . Συγκεκριμένα, με βάση τον αριθμό των συλλαβών των καταλήξεων, τα ουσιαστικά της νέας ελληνικής διακρίνονται σε δικατάληκτα (δύο μορφολογικά διακρινόμενες καταλήξεις στον ενικό, δύο στον πληθυντικό, π.χ. -ας,-α/-ες,-ων) και τρικατάληκτα[u7]  (τρεις μορφολογικά διακρινόμενες καταλήξεις στον ενικό, τρεις στον πληθυντικό, π.χ. -ος,-ου,-ο/-οι,-ων,-ους). Τα δικατάληκτα χωρίζονται περαιτέρω σε ισοσύλλαβα (ίσος αριθμός συλλαβών όλων των τύπων του ουσιαστικού στον ενικό και στον πληθυντικό) και ανισοσύλλαβα (μια επιπλέον συλλαβή σε έναν τουλάχιστον τύπο).

4.Δ ΠΑΡΑΓΩΓΗ-ΣΥΝΘΕΣΗ
Η παραγωγή και η σύνθεση αποτελούν τους βασικούς μηχανισμούς εμπλουτισμού του λεξιλογίου μιας γλώσσας.
Τα ονόματα και τα ρήματα διακρίνονται σε απλά, όταν σχηματίζονται από το θέμα και την κατάληξη (πόρτα, βουνό), και σε μη απλά, όταν είναι προϊόντα παραγωγής (πορτ-ιέρης) ή σύνθεσης (παγό-βουνο). Οι παράγωγες λέξεις [u8] σχηματίζονται με την προσθήκη στοιχείων στην αρχή ή στο τέλος μιας λέξης, ενώ οι σύνθετες λέξεις σχηματίζονται από το συνδυασμό των θεμάτων δύο ή και περισσότερων ανεξάρτητων λέξεων .
Εισαγωγή στην παραγωγή
Ως συνηθέστερος τρόπος παραγωγής ονομάτων και ρημάτων θεωρείται η προσφυματική παραγωγή , κατά την οποία προστίθενται στο θέμα (του ονόματος ή του ρήματος) τα παραγωγικά στοιχεία, τα οποία ονομάζονται προσφύματα
Τα προσφύματα διακρίνονται σε προθήματα (1), αυτά δηλαδή που βρίσκονται αριστερά από το θέμα, και σε επιθήματα (2), αυτά που βρίσκονται δεξιά από το θέμα της λέξης.
(1)  συνάδελφος, αντικαπνιστής, ημιδιατροφή, γεωγραφία, αναλαμβάνω, υπερβάλλω, παρατρώω, ξεσκεπάζω
(2)  εστιάτορας, διευθυντής-τρια, προσπάθεια, κοκκινίζω, αναγκάζω, δυναμώνω, παχαίνω.
Τα προσφύματα, κατά κανόνα, δεν απαντούν μόνα τους στο λόγο, αν και στα ελληνικά υπάρχουν κάποιες προθέσεις οι οποίες λειτουργούν ως προθήματα, π.χ.: μετά {μετασχηματισμός, μεταμοντέρνος), κατά {κατακόκκινος, κατενθουσιάζω) κ.ά.
Όσο για τα επιθήματα, η ελληνική γλώσσα διαθέτει μια τεράστια ποικιλία μορφολογικών στοιχείων που προστίθενται στο θέμα μιας λέξης για να τροποποιηθεί η σημασία της ή να σχηματιστούν παράγωγα. Από τις συνηθέστερες παραγωγικές καταλήξεις θεωρούνται τα υποκοριστικά (3) και τα μεγεθυντικά (4).
(3)  Γιαννάκης, πατερούλης, μπιρίτσα, αδελφούλα, προσωπάκι κτλ.
(4)  κεφάλα, κορμάρα, δουλευταράς, παίδαρος, φωνακλάς κτλ.

Ε. ΕΞΩΓΛΩΣΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΥ ΣΥΝΟΔΕΥΟΥΝ ΤΟΝ ΠΡΟΦΟΡΙΚΟ ΛΟΓΟ.
Ο προφορικός λόγος είναι αυθόρμητος και άμεσος. Τα χαρακτηριστικά αυτά, σε συνδυασμό με την προσωπική επαφή, το γεγονός δηλαδή ότι τη στιγμή που μιλάμε με κάποιον βρισκόμαστε στον ίδιο χώρο με το συνομιλητή μας και μιλάμε την ίδια χρονική στιγμή πρόσωπο με πρόσωπο, μας επιτρέπουν να χρησιμοποιήσουμε, εκτός από το λόγο (τη γλώσσα), και άλλα στοιχεία που βοηθούν και συμπληρώνουν το λόγο συμβάλλοντας έτσι στη διαδικασία της επικοινωνίας. Τα συμπληρωματικά αυτά στοιχεία διακρίνονται σε εξωγλωσσικά και παραγλωσσικά
α) Εξωγλωσσικά στοιχεία
Είναι τα στοιχεία εκείνα στα οποία δε χρησιμοποιείται καθόλου η γλώσσα (ο λόγος) για την απόδοση των εννοιών/νοημάτων/καταστάσεων κ.λπ.
Τέτοια στοιχεία είναι οι χειρονομίες, το βλέμμα, οι εκφράσεις του προσώπου, η στάση του σώματος κ.λπ.

β) Παραγλωσσικά στοιχεία
Είναι τα στοιχεία εκείνα που συμπληρώνουν-διαμορφώνουν τη γλωσσική επικοινωνία (το λόγο). Τέτοια στοιχεία είναι ο επιτονισμός (η διακύμανση της φωνής), οι παύσεις κ.λπ.
Στο γραπτό λόγο τα διάφορα εξωγλωσσικά και παραγλωσσικά στοιχεία μπορούν να αποδοθούν μόνο με τις λέξεις (λεξιλόγιο) και τα σημεία στίξης.




[1] Υποκείμενο του ρήματος Το υποκείμενο είναι η λέξη ή η φράση (το ονοματικό σύνολο) για το οποίο γίνεται λόγος στην πρόταση και φανερώνει ποιος ενεργεί ή δέχεται μια ενέργεια ή βρίσκεται σε μια κατάσταση - είναι δηλαδή η λέξη ή η φράση που απαντά στην ερώτηση ποιος, -α, -ο / ποιοι, -ες, -α κάνει / κάνουν αυτό που δηλώνει το ρήμα.
π.χ. Πολλά παιδιά δεν τρώνε πρωινό. (Ποια δεν τρώνε; -> Πολλά παιδιά: ΟΦ ως υποκ. του ρ. δεν τρώνε
[2] Κατηγορούμενο είναι η λέξη, (συνήθως επίθετο ή ουσιαστικό αλλά και  μετοχή, αντωνυμία ή άλλο μέρος του λόγου) ή η φράση (ονοματικό σύνολο αποτελούμενο από επίθετο και ουσιαστικό, αντωνυμία και ουσιαστικό κ.ά.) που αποδίδει μια ιδιότητα, ένα χαρακτηριστικό ή ποιότητα (κατηγοροποιώντας το) στο υποκείμενο ή στο αντικείμενο μέσω ενός συνδετικού ή άλλου συγγενικού ρήματος. Παράδειγμα: Πολλοί θεωρούν τη διατροφή μας την πιο υγιεινή. (ΟΦ ως κατηγορούμενο στο αντικ. [τη διατροφή μας] του ρ. θεωρούν)
[3] Αντικείμενο Το αντικείμενο είναι η λέξη ή η φράση (το ονοματικό σύνολο) του ρήματος στην οποία μεταβαίνει η ενέργεια του υποκειμένου ενός ρήματος - είναι δηλαδή η λέξη ή η φράση που συμπληρώνει την έννοια του ρήματος και συνήθως απαντά στην ερώτηση τι ή ποιον, -α, -ο / ποιους, -ες, -α + το ρήμα της πρότασης, π.χ. Ο δάσκαλος τιμώρησε τους άτακτους μαθητές. (Ποιους τιμώρησε ο δάσκαλος; -> τους άτακτους μαθητές: ΟΦ ως αντικ. του ρ. τιμώρησε
[4] Πτώσεις λέγονται οι διάφοροι τύποι που σχηματίζουν τα ονοματικά μέρη του λόγου (το άρθρο, το ουσιαστικό, το επίθετο, η μετοχή) κατά την κλίση τους και οι οποίοι δηλώνουν το συντακτικό ρόλο των λέξεων αυτών μέσα στην πρόταση.
[5] Τα ουσιαστικά έχουν δύο αριθμούς: • τον ενικό αριθμό, όταν γίνεται λόγος για ένα μόνο ουσιαστικό (πρόσωπο, ζώο, πράγμα, κατάσταση κ.λπ)· π.χ. ο άνθρωπος, η δύναμη, το β­βλίο.    τον πληθυντικό αριθμό, όταν γίνεται λόγος για πολλά ουσιαστικά (πρόσωπα, ζώα, πράγματα, καταστάσεις κ.λπ)* π.χ. οι άνθρωποι, οι δυνάμεις, τα βιβλία.


 [S1]Φράση είναι κάθε μικρή ομάδα λέξεων
σε μια πρόταση που αποτελεί συντακτική ενότητα και αποδίδει ένα ορισμένο νόημα.

 [S2]Το υποκείμενο του ρήματος, όταν είναι ουσιαστικό, επίθετο, μετοχή ή αντωνυμία, βρίσκεται ή εννοείται πάντα σε πτώση ονομαστική ενικού ή πληθυντικού αριθμού

 [u3]Συνδετικό είναι το ρήμα που λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στο υποκείμενο ή το αντικείμενο και το κατηγορούμενο, για να αποδοθεί ορισμένη ιδιότητα-χαρακτηριστικό στο υποκείμενο ή το αντικείμενο. Τέτοιου είδους ρήματα είναι τα: είμαι, γίνομαι, φαίνομαι, Θεωρώ, καλούμαι, ονομάζομαι κ.ά

 [u4]Το αντικείμενο του ρήματος, όταν είναι ουσιαστικό, επίθετο, μετοχή ή αντωνυμία, βρίσκεται συνήθως σε πτώση αιτιατική και πιο σπάνια σε γενική.

 [u5]Επιθετικός προσδιορισμός είναι το επίθετο ή άλλη λέξη σε θέση επιθέτου που προσδιορίζει ένα ουσιαστικό και φανερώνει μια μόνιμη ιδιότητα του.

 [u6]Το γραμματικό γένος, που το ξεχωρίζουμε από το άρθρο που παίρνουν μπροστά τους τα ουσιαστικά και από τις καταλήξεις που παίρνουν κατά την κλίση τους, πολύ συχνά δεν ταυτίζεται με το φυσικό γένος που έχει η αντίστοιχη έννοια, π.χ. ο πατέρας: το γραμματικό και το φυσικό γένος ταυτίζονται - είναι το αρσενικό.
αλλά το αγόρι: το γραμματικό γένος είναι το ουδέτερο, ενώ το φυσικό γένος είναι το αρσενικό. η καρέκλα: το γραμματικό γένος είναι το θηλυκό, ενώ το φυσικό γένος είναι το ουδέτερο

 [u7]Η κλητική δε λαμβάνεται υπόψη στην κατηγοριοποίηση αυτή, καθώς είναι η μόνη «πτώση» που δεν έχει συνδετικό ρόλο (όπως έχουν οι άλλες τρεις πτώσεις της Ν.Ε., οι οποίες εξυπηρετούν τη σύνδεση του ονόματος με το ρήμα) και χρησιμοποιείται «εκτός δομής» σε προσφωνήσεις, κλήσεις, επικλήσεις κτλ

 [u8]Όλες οι λέξεις που έχουν δημιουργηθεί από την ίδια απλή λέξη με παραγωγή ή με σύνθεση αποτελούν μια οικογένεια. Οι λέξεις που ανήκουν στην ίδια οικογένεια λέγονται συγγενικές.
π.χ. άνεμος, ανεμίζω, ανέμισμα, ανεμιστήρας, ανεμόβραχος, ανεμόμυλος, ανεμόπτερο, ανεμόσκαλα, ανεμοσκορπίζω, απάνεμος κ.ά.