-
Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος (Κωνσταντινούπολη 1867 - Αθήνα 1951), πεζογράφος, θεατρικός
συγγραφέας και κριτικός, συνέβαλε στην ανανέωση της νεοελληνικής λογοτεχνίας
και του θεάτρου κατά τις αρχές του εικοστού αιώνα. Γεννήθηκε στην
Κωνσταντινούπολη και έζησε τα παιδικά
και εφηβικά του χρόνια στη Ζάκυνθο (στον τόπο της καταγωγής του) όπου η
επτανησιακή παράδοση και παιδεία σφράγισαν αποφασιστικά τη μελλοντική
συγγραφική του παραγωγή. Σπούδασε μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας (στην
οποία εγκαταστάθηκε μόνιμα), ασχολήθηκε όμως αποκλειστικά με τη λογοτεχνία και
αναδείχτηκε σε μιαν από τις πιο σημαντικές πνευματικές μορφές στο πρώτο μισό
του εικοστού αιώνα.
- Αποκλειστικά πεζογράφος, με
πλούσια παραγωγή σε όλα τα είδη του έντεχνου πεζού λόγου (διήγημα, νουβέλα,
μυθιστόρημα, χρονογράφημα), ο Ξενόπουλος δίνει ένα έργο εντυπωσιακό σε
ποσότητα, πολλές φορές όμως ποιοτικά άνισο και με πολλές αδύναμες πλευρές.
Αφοσιώνεται περισσότερο στο μυθιστόρημα και στο θέατρο και είναι ο πρώτος που
γράφει αστικό μυθιστόρημα, καθώς στρέφεται προς το σύγχρονο κοινωνικό
προβληματισμό και οι ήρωες του είναι εκπρόσωποι του αστικού βίου της Αθήνας και
της Ζακύνθου παράλληλα θεωρείται ο ανανεωτής του νεοελληνικού θεάτρου, στο
οποίο αφιέρωσε το μεγαλύτερο ίσως μέρος της συγγραφικής του δραστηριότητας.
- Μεγάλη υπήρξε η προσφορά του στα παιδιά από τις
στήλες του περιοδικού Διάπλασις των Παίδων, που το διηύθυνε για πενήντα
ολόκληρα χρόνια (βλέπε και παρακάτω)
- Τα
γνωστότερα έργα του. Πεζογραφήματα: Μαργαρίτα Στέφα (1893),
νουβέλα - Ο Κόκκινος βράχος, νουβέλα - Τερέζα Βάρμα Δακόστα, ψυχολογικό
κοινωνικό ρομάντζο. Έγραψε και διηγήματα {Καμπάνες — Η γάτα
τον παπά — Το ζακυνθινό μαντίλι κ.ά.). θεατρικά: Το μυστικό της
κοντέσας Βαλέραινας (1905), το αρτιότερο ίσως έργο του — Στέλλα
Βιολάντη, δράμα — Ο πειρασμός, κωμωδία - Το φιόρε του Λεβάντε -
Οι φοιτηταί- Ο Ποπολάρος (1933).
ΣΤΟΧΟΣ
Να φανεί ο προσδιοριστικός ρόλος που έχει η τοπική
παράδοση στον τρόπο ζωής και ότι οι άνθρωποι απομακρύνονται από αυτές τις
παραδόσεις , όταν ζουν μόνιμα σε άλλο τόπο.
ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ
Θρησκευτική γιορτή
Τοπικά έθιµα και πατροπαράδοτες συνήθειες
Εσωτερική µετανάστευση και συναισθηµατικοί δεσµοί µε
την ιδιαίτερη πατρίδα
Ζάκυνθος |
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ
ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Από το 1896 ο
Γρηγόριος Ξενόπουλος ανέλαβε το µεγαλύτερο µέρος της έκδοσης του µακροβιότερου
και γνωστότερου περιοδικού για παιδιά Η ∆ιάπλασις των παίδων, κατά τη
δεύτερη περίοδο κυκλοφορίας του. Από τότε η πενηντάχρονη ενασχόληση του µε το
περιοδικό λειτούργησε σε µεγάλο βαθµό ως δηµιουργική πρόκληση για το συγγραφέα,
ο οποίος ανανέωσε την ύλη και εµπλούτισε το περιοδικό µε νέες στήλες, µε πιο αντιπροσωπευτική
τη µόνιµη στήλη «Αθηναϊκές επιστολές[1]»
που έγραφε ο ίδιος µε την υπογραφή «Σας ασπάζοµαι, Φαίδων». Οι επιστολές αυτές
αποτελούσαν ένα πρωτότυπο είδος χρονογραφήµατος[2]-σχολίου
για παιδιά και νέους, µε προσωπικό ύφος και µε ιδιαίτερα αφηγηµατικά
χαρακτηριστικά.
Το επιστολικό
ύφος του Ξενόπουλου έχει σε µεγάλο βαθµό λογοτεχνικό χαρακτήρα. Ο επικοινωνιακός
του λόγος διακρίνεται για τη γλωσσική απλότητα (αν και χρονολογείται το έτος
1925), τον κουβεντιαστό τόνο, τη συναισθηµατική αµεσότητα, τον αστείο
χαρακτήρα.
Από την άλλη
µπορεί να εξεταστεί η συναισθηµατική σχέση που διαµορφώνει κάθε εποχή το άτοµο
µε τον τόπο, τους κοινωνικούς θεσµούς, τα πρόσωπα του περιβάλλοντός του,
παράγοντες οι οποίοι δεν είναι στατικοί,
εξελίσσονται σε όλη τη διάρκεια της ζωής του και επηρεάζουν σηµαντικά την
προσωπικότητα του ατόµου αλλά και την ευρύτερη φυσιογνωµία ενός κοινωνικού
συνόλου. Το προηγούμενο το αντιλαμβανόμαστε καλύτερα όταν το συσχετίσουμε με τα
φαινόµενα της εσωτερικής µετανάστευσης και του αστικού τρόπου ζωής, τα οποία,
αν και την εποχή του Ξενόπουλου είχαν ακόµη µικρές διαστάσεις, συνέβαλαν
σηµαντικά στη συνέχεια στην αλλαγή των ηθών, στην εγκατάλειψη της παράδοσης,
στη συναισθηµατική αποξένωση και στην κοινωνική αλλοτρίωση των ανθρώπων.
Ζακυνθινή κουλούρα |
Ο Ξενόπουλος, συναισθηματικά
αποξενωμένος από τον τόπο του (αφού πλέον ζεί για πολλά χρόνια μακριά από τη
Ζάκυνθο) και τα πατροπαράδοτα έθιμα και κοινωνικά αλλοτριωμένος, (ζει σ΄ ένα
μεγάλο αστικό κέντρο επειδή εκεί βρήκε εργασία) οδηγείται στη ρεαλιστική διαπίστωση
ότι κάθε πράμα ταιριάζει στον τόπο τον και επομένως, για να
προτιμάει κανείς τη ζακυνθινή κουλούρα, πρέπει να 'ναι Ζακυθινός και να
μένει στη Ζάκυθο. Συνειδητοποίησε λοιπόν ότι ο ρόλος της νοσταλγίας είναι
καθοριστικός για την ωραιοποίηση των καταστάσεων και ότι το συναίσθημα
είναι αυτό που μπορεί να οδηγήσει σε υποκειμενικές εξιδανικεύσεις[3].
Και για να ενισχύσει αυτή την άποψη, παραλληλίζει την κουλούρα με το μέλανα ζωμό των Σπαρτιατών επιστρατεύοντας μάλιστα και ένα σχετικό «ιστορικό ανέκδοτο».
Το μέλανα ζωμό λοιπόν οι Σπαρτιάτες τον είχαν για το καλύτερο φαγητό του
κόσμου. Και αυτό, επειδή απλώς ήταν Σπαρτιάτες, ζούσαν στη Σπάρτη και ήταν
συναισθηματικά δεμένοι με τις συνήθειες του τόπου τους» Ο δε μέλανας
ζωμός ήταν γι' αυτούς ό,τι και η ζακυνθινή κουλούρα για τους Ζακυνθινούς: η
παράδοση τους, η ιστορία τους, η ταυτότητα τους. Και αν ένας Σπαρτιάτης,
έχοντας εγκλιματιστεί στον πολιτισμό ενός άλλου τόπου, επέστρεφε στην
πατρίδα του ύστερα από πολύχρονη απουσία και ξαναδοκίμαζε μέλανα ζωμό, είναι
πιθανό ότι θα εκφραζόταν αρνητικά γι’αυτόν.
[1] Επιστολή
(με την καθημερινή σημασία της λέξης: «γράμμα») είναι ένα κείμενο με
ιδιωτικό ή προσωπικό χαρακτήρα, που το γράφει κάποιος (ο αποστολέας) και το
στέλνει με κάποια ειδική υπηρεσία σε έναν ή σε περισσότερους παραλήπτες, στους
οποίους δίνει κάποιες πληροφορίες, οδηγίες, ευχές κτλ. Η επιστολή αποτελείται
από κάποια μέρη, που είναι: η ημερομηνία, η προσφώνηση, το κύριο σώμα της και η
επιφώνηση μαζί με το όνομα του αποστολέα (τα μέρη αυτά είναι ευδιάκριτα και
στην επιστολή του σχολικού βιβλίου).
[2] Το
χρονογράφημα είναι ένα είδος του πεζού λόγου που στην Ελλάδα καλλιεργήθηκε
κυρίως από τις στήλες του ημερήσιου τύπου. Στα μεταπολεμικά π.χ. χρόνια, οι
μεγάλες ημερήσιες αθηναϊκές εφημερίδες είχαν καθιερώσει μόνιμες στήλες
καθημερινού χρονογραφήματος. Στην εφημερίδα Τα Νέα έγραφε ο Δημήτρης
Ψαθάς, στην εφημερίδα Το Βήμα ο Π. Παλαιολόγος και στην εφημερίδα Η
Καθημερινή η Ελένη Βλάχου.
Το χρονογράφημα
είναι ένα ιδιότυπο (με το δικό του ξεχωριστό τύπο) δημοσιογραφικό κείμενο
με δοκιμιακό χαρακτήρα και με λογοτεχνική χροιά, που σχολιάζει επίκαιρα
πολιτικά, πολιτιστικά και κοινωνικά θέματα με ανάλαφρο και εύθυμο τρόπο.
Είναι πάντα σύντομο και τα θέματα του τα αντλεί από την τρέχουσα κοινωνική και
πολιτική καθημερινότητα. Ασχολείται, δηλαδή, και σχολιάζει θέματα της άμεσης
επικαιρότητας. Αυτός, ακριβώς, ο επικαιρικός χαρακτήρας καθιστά το χρονογράφημα
ένα είδος εφήμερης «λογοτεχνικής» γραφής, που δεν έχει διαρκές αναγνωστικό
ενδιαφέρον. Πάντως, το χρονογράφημα, δεν παύει να αποτυπώνει έντονα και
χαρακτηριστικά το ιδιαίτερο χρώμα της εποχής του.
Το
χρονογράφημα δε μπορεί να θεωρηθεί εύκολο είδος λόγου. Προϋποθέτει από το
συγγραφέα του το χάρισμα της συντομίας και της περιεκτικότητας και παράλληλα
απαιτεί αμεσότητα, ευθυβολία και ποιότητα λόγου η οποία αναλύεται σε άμεση και
άνετη ανάγνωση
[Το δοκίμιο
είναι ένα ιδιότυπο γραμματειακό είδος, που βρίσκεται ανάμεσα στα
καθαρώς λογοτεχνικά κείμενα και στις σύντομες μελέτες. Σ' αυτό ο συγγραφέας
πραγματεύεται συνήθως ένα θέμα (κοινωνικό, φιλοσοφικό, επιστημονικό κτλ.), που
το εξετάζει στις πιο βασικές του πλευρές, εκφράζοντας τις προσωπικές του
θέσεις.].
[3]
Δηλαδή η αγάπη και η νοσταλγία για την πατρίδα και τον τρόπο ζωής του
παρελθόντος, βασίζεται σε αναμνήσεις της παιδικής κυρίως ηλικίας, οι οποίες
μένουν στη μνήμη με μια τάση ωραιοποίησης της πραγματικότητας και διατηρούν τη
συναισθηματική σύνδεση με το συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.