Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2012

Η κυρία Νίτσα



«Η κυρία Νίτσα»
Το κείμενο είναι διήγημα, ένα από τα Ανέκδοτα νεανικά κείμενα (1985)» Ο συγγραφέας το έγραψε το 1928 σε ηλικία είκοσι ετών και είναι το έργο με το οποίο ξεκίνησε τη συγγραφική του καριέρα. Παρακάτω επισημαίνονται τα βασικότερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των διηγημάτων.

Το διήγημα. Ο όρος διήγημα αποδίδεται σε ένα συγκεκριμένο είδος του πεζού λόγου με ιδιαίτερα γνωρίσματα, τα κυριότερα από τα οποία είναι τα ακόλουθα:
-Ο μύθος (η ιστορία) περιστρέφεται συνήθως γύρω από ένα κύριο γεγονός σημαντικό για τη ζωή του κεντρικού ήρωα, του πρωταγωνιστή δηλαδή του διηγήματος, του οποίου δίνεται μια πλήρης ηθογράφηση[1] και ψυχογραφία (περιγραφή της προσωπικότητάς του).
-Περιέχει και μερικά άλλα δευτερεύοντα πρόσωπα και επεισόδια, τα οποία έχουν ως βασικό στόχο να φωτίσουν το βασικό γεγονός ή να συμπληρώσουν την ψυχογραφία του πρωταγωνιστή,
- Έχει ενότητα υπόθεσης: όλα τα γεγονότα και οι λεπτομέρειες έχουν άμεση σχέση με το κύριο γεγονός και ξετυλίγονται βαθμιαία, ώστε το ενδιαφέρον του αναγνώστη να παραμένει αμείωτο ως το τέλος.
-Έχει αρχιτεκτονική διάρθρωση και ακολουθεί ως προς τη δομή το σχήμα: πλοκή - δέση - κορύφωση-λύση»
- Έχει ενότητα τόπου και χρόνου, δηλαδή τα γεγονότα αποτελούν ενιαίο σύνολο, έστω και αν τοποθετούνται σε διαφορετικούς τόπους ή ξετυλίγονται σε διαφορετικές χρονικές περιόδους.
- Συνδυάζει την αφήγηση (χρονολογική ή αναδρομική), την περιγραφή, το διάλογο (και το μονόλογο).
-Έχει κάποιο σκοπό, τον οποίο ο συγγραφέας δεν εκφράζει καθαρά, αλλά αφήνει τον αναγνώστη να τον συλλάβει.

Ενδεικτικές πληροφορίες για το συγγραφέα.
Ο Μ. Καραγάτσης (Αθήνα 1908-1960) —φιλολογικό ψευδώνυμο του Δημήτρη Ροδόπουλου— είναι διηγηματογράφος και μυθιστοριογράφος, από τους πολυγραφότερους Έλληνες λογοτέχνες. Σπούδασε νομικά στα πανεπιστήμια της Αθήνας και του Παρισιού, όμως δε δικηγόρησε ποτέ, γιατί μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα ασχολήθηκε αποκλειστικά με τη λογοτεχνία.
  Ο Καραγάτσης εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη λογοτεχνία το 1928 με το διήγημα Η κυρία Νίτσα, όμως επέβαλε την παρουσία του στη λογοτεχνία με τα μυθιστορήματα Ο συνταγματάρχης Λιάπκιν (1933) και Γιούγκερμαν (1938). Ο Καραγάτσης διακρίνεται για την ικανότητα του να δημιουργεί πρωτότυπους χαρακτήρες και τα έργα του έχουν πλοκή που κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Το γενικό κλίμα στο οποίο κινούνται τα έργα του είναι ο ρεαλισμός, από επίδραση του Εμίλ Ζολά. Ακόμα, δέχτηκε την επίδραση των ψυχαναλυτικών θεωριών που κυκλοφορούσαν στη Δυτική Ευρώπη στις αρχές του εικοστού αιώνα.
  Έργα. Ο Καραγάτσης, εκτός από τα δύο παραπάνω μυθιστορήματα, έγραψε και πολλά άλλα έργα: Διηγήματα. Το συναξάρι των αμαρτωλών (1935) — Λιτανεία των ασεβών (1940) — Νυχτερινή ιστορία (1943) — Πυρετός (1945) Το νερό της βροχής (1950) - Το μεγάλο συναξάρι (1951) - Η μεγάλη λιτανεία (1956)° μυθιστορήματα. Χίμαιρα (1940) - Ο κοτζαμπάσης του Καστρόπυργου (1944) - Ο μεγάλος ύπνος (1946) - Αίμα χαμένο και κερδισμένο (1947) - Ο αντιπλοίαρχος Βασίλης Λάσκος (1948) - Τα στερνά του Μίχαλου (1949) - Ο θάνατος και ο Θόδωρος (1954) - Ο κίτρινος φάκελος (1956) - Σέργιος και Βάκχος (1959) - Το 10 (1960), το οποίο εκδόθηκε ημιτελές μετά το θάνατο του.

Μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα παρουσίαση του συγγραφέα και των λογοτεχνικών ηρώων του γίνεται εδώ  

ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ
Τα πρώτα ερωτικά σκιρτήµατα (συγκινήσεις)
Η µαθητική ζωή της εποχής και η σχολική τάξη
Η ώριµη αποτίµηση της πρώτης αγάπης και η αποµυθοποίηση

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Με φιλικό, εξοµολογητικό τόνο ο Καραγάτσης εισάγει τον αναγνώστη στην υπόθεση του διηγήµατος, δηλώνοντας τον αυτοβιογραφικό χαρακτήρα της εξιστόρησης που θα ακολουθήσει στο κύριο µέρος του διηγήµατος. Ο εικοσάχρονος συγγραφέας θυμάται τα µαθητικά του χρόνια, όταν φοιτούσε στην τρίτη δηµοτικού, και εξιστορεί, µε τη µέθοδο της αναδροµικής αφήγησης, τον πλατωνικό[2] του έρωτα για τη δασκάλα του. Στο κύριο µέρος της αφήγησης ενσωµατώνονται διάσπαρτες αναφορές και περιγραφές της αγαπηµένης δασκάλας -που εκ των υστέρων παροµοιάζεται µε ζωγραφικούς πίνακες ροµαντικής τεχνοτροπίας-, η µορφή της οποίας αποτυπώνεται µέσα από την εξιδανικευτική µατιά ενός µικρού µαθητή. Η αναδροµή στο παρελθόν[3] είναι εστιασµένη στη σχολική πραγµατικότητα.
Ο αφηγητής από τη µια µεριά αποδίδει πραγµατικές καταστάσεις (περιγραφή της τάξης, παιχνίδια, σκασιαρχείο, µάθηµα κ.ά.) και από την άλλη γεμίζει τις αναµνήσεις του µε στοχαστική, ερµηνευτική ή αυτοειρωνική, διάθεση, η οποία λειτουργεί στο κείµενο ως εσωτερικός µονόλογος («Θα µου πείτε, πώς θυµάµαι ύστερα από τόσα χρόνια…») και αποτελεί µέρος της συνεχόµενης διαλογικής σχέσης του συγγραφέα µε τον αναγνώστη, σύµφωνα µε τις τεχνικές προδιαγραφές της αφήγησης που έθεσε ο συγγραφέας στην εισαγωγή του διηγήµατος.
Μέσα από αυτές τις παρεκβάσεις διακρίνουµε τα βασικά γνωρίσµατα του συγγραφικού έργου του Καραγάτση. Ευδιάκριτος είναι επίσης ο ψυχαναλυτικός χαρακτήρας της αυτοανάλυσής του, η οποία έχει σκοπό να αναλύσει με λεπτομέρεια τα αισθήµατα, τις κρυφές σκέψεις, ακόµα και τους φανταστικούς διαλόγους του µικρού µαθητή µε την πλατωνική ερωµένη του. Μέσα από τη συνεχή ανάλυση των αυθόρµητων αντιδράσεων του παιδιού (αγάπη, αντιζηλία, παράπονο, φθόνος) που, µετά το γάµο της κυρίας Νίτσας µε το λοχαγό, γνώρισε την ερωτική απογοήτευση, σε συνδυασµό µε τη δραµατική διάψευση της εκπαίδευσης (από «ιεροτελεστία» έγινε µαρτύριο, εξαιτίας της άσχηµης γεροντοκόρης δασκάλας), σκιαγραφείται ο αφηγητής ο οποίος, µε χιούµορ και αποµυθοποιητική διάθεση, επαναξιολογεί τα περασµένα πάθη του.
Στο τελευταίο µέρος του διηγήµατος η µορφή της κυρίας Νίτσας και ο πλατωνικός έρωτας του παλιού της µαθητή αποκαθίστανται στις πραγµατικές τους διαστάσεις. Ο αφηγητής έχει πλέον αποµυθοποιήσει (δηλαδή αντιμετωπίζει ρεαλιστικά) το πρώτο ερωτικό του σκίρτηµα, αντιµετωπίζει µε τρυφερότητα αλλά και (αυτο) ειρωνική διάθεση το παλιό συµβάν, βρίσκεται µάλιστα στην ευχάριστη θέση να βιώνει την αντιστροφή των ρόλων του ιδίου σε σχέση µε το αλλοτινό πρότυπο της δασκάλας του: εκείνη είναι απλώς µια ευτυχισµένη σύζυγος συνταγµατάρχη και µητέρα, όµως ο παλιός µαθητής της βρίσκεται τώρα σε πλεονεκτική θέση·είναι νεότερος (στο παρελθόν η µικρή του ηλικία ήταν γι’ αυτόν µειονέκτηµα στη σχέση του µε την κα Νίτσα) και µεγαλύτερος, δηλαδή αναγνωρισµένος πια συγγραφέας. Κλείνοντας πονηρά το µάτι στον αναγνώστη του, µε τον οποίο επιδίωξε και διατήρησε άριστη επικοινωνία, ο αφηγητής εκµυστηρεύεται τελικά την κατάληξη[4] της πρώτης, πλατωνικής, αγάπης του…



[1] Αναπαράσταση της καθημερινότητας
[2] αγνό, μη σαρκικό
[3] Την αναδρομή στο παρελθόν, πλούσια σε εικόνες και περιγραφές, συνοδεύει με την κρίση του ενήλικα γι’ αυτές και τις σκέψεις του γύρω από το θέμα του χρόνου και την εξέλιξη του ανθρώπου από αθώο και γεμάτο όνειρα παιδί σε ενήλικα, προσγειωμένο με ρεαλισμό στην πραγματικότητα
[4] Βλέπε, σελ. 177 προτελευταία παράγραφος, των Κειμένων Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β’ Γυμνασίου ΟΕΔΒ, ΑΘΗΝΑ, Α ΈΚΔΟΣΗ, 2007

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου