Ραψωδία Χ 247-394 Η μονομαχία Έκτορα και Αχιλλέα
(συμπληρωματικά σχόλια)
1. Η μονομαχία είναι ένα από τα τέσσερα κύρια παραδοσιακά επικά θέματα, που συνθέτουν την Ιλιάδα. Τα άλλα είναι α) η οργή β) η εκδίκηση και γ) ο σεβασμός προς το γέρο-πατέρα . Η Ιλιάδα φιλοξενεί ή μάλλον συναρθρώνεται από ένα πλήθος μονομαχιών. Τη μονομαχία του Μενέλαου-Πάρη στο Γ', του Διομήδη στο Ε, του Έκτορα και του Αίαντα στο Η, του Αγαμέμνονα και του Έκτορα στο Λ, του Πάτροκλου και του Σαρπηδόνα στο Π κ.λ.π. Είναι φανερό ότι η προτίμηση του ποιητή στη μονομαχία και όχι στην πολυπρόσωπη μάχη οφείλεται στα ποιητικά πλεονεκτήματα που διασφαλίζει. Τέτοια πλεονεκτήματα είναι: α) η παρουσίαση του προσωπικού στοιχείου, β) η ένταση της προσοχής του ακροατή, ο οποίος ταυτίζει τον εαυτό του με τούτο ή εκείνο το πρόσωπο κάθε φορά.
2. Η μονομαχία Αχιλλέα-Έκτορα είναι
το κεντρικό επεισόδιο μέσα στην Ιλιάδα, γιατί σ' αυτή καταλήγει το θέμα της εκδίκησης
κι αυτή δημιουργεί
όλες τις καταστάσεις που ακολουθούν και οδηγεί κατ' ευθείαν στη λύση του
δράματος. Ίσως σ' αυτόν το λόγο οφείλεται και το γεγονός ότι όλες οι άλλες σπουδαίες
μονομαχίες στο έπος διακόπτονται άλλοτε από κάποιο θεό, άλλοτε από κάποιο φυσικό
γεγονός, άλλοτε από κάποιον άλλο ήρωα.
στ. 249 κ. εξ.: προηγείται ο τυπικός
διάλογος των αντιπάλων πριν από τη σύγκρουση. Στο λόγο του Έκτορα πρέπει να
τονιστεί η αξιοπρέπεια, η ευγένεια και η μελαγχολική διάθεση. Η τελευταία
είναι περισσότερο έντονη μετά τη σύγκρουση, όταν ο ήρωας εγκαταλείπει τη ζωή. Αντίθετα, ο λόγος και η
στάση του Αχιλλέα χαρακτηρίζονται από υπερβολική
σκληρότητα.
στ. 256-259: με πρόταση του
Έκτορα ο ποιητής προκαταλαμβάνει την εξέλιξη των γεγονότων. Η άρνηση του Αχιλλέα θα
δείξει ως αναπόφευκτη συνέπεια την αγριότητά του, καθώς θα κακοποιήσει το πτώμα του
Έκτορα. Ο πρόμαχος των Τρώων με την πρόταση του επικαλείται έναν κώδικα τιμής και
την αυτονόητη συνήθεια να παραδίδονται οι νεκροί για ταφή. Έτσι εδώ η πρόταση
για κάτι που είναι αυτονόητο γίνεται για να δώσει μεγαλύτερη δραματικότητα στη
συμπεριφορά του Αχιλλέα, που με την παράβαση των κανόνων αυτών θα προκαλέσει τις
διαμαρτυρίες των θεών.
στ.
294: ο Δηίφοβος ήταν ένας από τους πενήντα γιους του Πρίαμου. Ήταν ο
δεύτερος σε ανδρεία Τρώας μετά τον Έκτορα. Ο Πάρις με τη βοήθεια του και την
παρέμβαση του Απόλλωνα θα σκοτώσει τον Αχιλλέα. Στο συγκεκριμένο στίχο ο
Έκτορας, που δεν είχε αντιληφθεί ακόμα την απάτη της Αθηνάς, ζητά από τον Τρώα
πολεμιστή να του δώσει άλλο ακόντιο.
στ. 297: Ο Έκτορας κατάλαβε
τότε ότι προηγουμένως δεν του μίλησε ο Δηίφοβος, που είναι μέσα στην Τροία, αλλά η
Αθηνά, που τον ξεγέλασε με δόλο παίρνοντας τη μορφή του Δηίφοβου. Αυτό το
συμπεραίνει ο ήρωας γνωρίζοντας ότι η Αθηνά προστατεύει τον Αχιλλέα.
Οι ομηρικοί θεοί σε συνάρτηση με τη μοίρα
επεμβαίνουν στα ανθρώπινα και καθορίζουν τη ζωή αλλά και το θάνατο των θνητών.
Έτσι, στους στίχους 297-303 βλέπουμε τον Έκτορα να αντιλαμβάνεται πως οι θεοί
έχουν προδιαγράψει την πορεία του και είναι της μοίρας του γραφτό να πεθάνει
από το χέρι του Αχιλλέα. Είναι, επίσης, χαρακτηριστικό πως οι θεοί του έπους
είναι κατά κανόνα πλάσματα επιπόλαια και ασταθή, των οποίων η φιλία ή η
εχθρότητα έχει μικρή σχέση με την ανθρώπινη δικαιοσύνη. Δεν εμφανίζονται ως
εγγυητές των ανθρώπινων κανόνων. Οι παρεμβάσεις τους γίνονται με κριτήριο τις
προσωπικές τους συμπάθειες και αντιπάθειες.
στ. 303-305: ο ομηρικός ήρωας πολεμά γενναία, ακόμα και πεθαίνει στο
πεδίο της μάχης, προκειμένου να διασφαλίσει την τιμή και την αξιοπρέπεια του ως
πολεμιστή. Σκοπός του ομηρικού πολεμιστή είναι η κατάκτηση του κλέους και τη
υστεροφημίας, της ανταμοιβής του δηλαδή
από την κοινότητα στην οποία ανήκει, χάρη στα ανδραγαθήματα του στη μάχη. Με
την ανδρεία και τη γενναιότητά του ο ομηρικός ήρωας εντυπώνει την ύπαρξη του
στις συνειδήσεις των ανθρώπων.
στ. 358 κ.ε.: με την πρόρρηση
(προοικονομία) του θανάτου του Αχιλλέα, ο Έκτορας ξεψύχησε και η ψυχή του πήγε στον
Άδη θρηνώντας που έχασε τη νεότητα και την ανδρεία (βλ. και Π 855).
Οι
ομηρικοί άνθρωποι πίστευαν ότι τη στιγμή του θανάτου ο άνθρωπος παύει να
λειτουργεί και δύο νέες
οντότητες εμφανίζονταν: το νεκρό σώμα και η ψυχή. Θεωρούσαν ότι το σώμα είναι
αδρανής ύλη, κάτι το οποίο είναι καταδικασμένο στη φθορά και τη σήψη. Η ψυχή,
όμως, την οποία θεωρούσαν άυλη είναι αθάνατη. Μπορούσε να μιλήσει μόνο στα
όνειρα ή αν έπινε ζεστό αίμα και αποκτούσε ένα είδος συνείδησης, το λεγόμενο
ομηρικό μένος. Νέα κατοικία της ήταν ο Άδης. Εκεί συγκεντρώνονταν οι
ψυχές και πίνοντας το νερό της Λήθης λησμονούσαν τις ομορφιές και τις χαρές που
άφησαν πίσω, στον κόσμο των ζωντανών. Ο Όμηρος στους στίχους 361-363 παριστάνει
την ψυχή να εγκαταλείπει το νεκρό σώμα και να φεύγει πετώντας για τον Άδη. Αυτό
ανταποκρίνεται στην πίστη ότι η Ψυχή φεύγει από το σώμα με τη μορφή
πτηνού. Η
αναφορά της τοποθεσίας των Σκαιών πυλών είναι μία ακόμη σύνδεση της παρούσας σκηνής με
το παρελθόν (ραψ. Ζ) και με ένα μέλλον (θάνατος Αχιλλέα) που ξεπερνάει τα όρια
του ιλιαδικού χρόνου.
στ. 367 κ.εξ.: στη συνέχεια ο Αχιλλέας γυμνώνει τον
Έκτορα από την πανοπλία και όλοι τρέχουν να δουν το φοβερό εχθρό τους. Τώρα
είναι ανήμπορος αυτός που απειλούσε να
κάψει τα καράβια τους. Ο Αχιλλέας θυμάται πάλι το φίλο του Πάτροκλο και πριν από καθετί άλλο επείγεται να τον
θάψει με όλες τις τιμές. Η σκέψη του νεκρού
φίλου δεν επιτρέπει στον ήρωα να χαρεί το θρίαμβο του. Η σκηνή της
σκυλεύσεως του νεκρού Έκτορα και της κακοποίησης του πτώματος του (Χ 367-375)
είναι μια από τις πιο σκληρές στην ομηρική ποίηση. Έτρεχαν από ένα γύρο οι
Αχαιοί, θαύμαζαν από κοντά τον μεγάλο, αλλ' ακίνδυνο, ήρωα που είχε για τόσα
χρόνια γεμίσει με φόβο την ψυχή τους, και τον τρυπούσαν, τον λάβωναν.
Η πανοπλία και το νεκρό σώμα του εχθρού
Βασικά οι πολεμιστές επιθυμούν να αποκτήσουν την πανοπλία του εχθρού τους για την καθαρή της αξία. Επίσης επιθυμούν
την κατοχή του πεδίου της μάχης και των νεκρών ως ορατό σημάδι (απόδειξη) τού ότι αυτοί
είναι οι νικητές της ημέρας. Μα υπάρχουν και βαθύτεροι, ή σκοτεινότεροι, πόθοι. Να στερείς τον τάφο στο νεκρό
σημαίνει ν' ακυρώνεις τη μνήμη του
(την υστεροφημία του), να τον κάνεις σαν να μην υπήρξε ποτέ' εξ ου και η
αισθητή στον Όμηρο φλογερή έγνοια για έναν τάφο που, αφού πεθάνει
κάποιος, θα μείνει, να μαρτυρεί στους
μεταγενέστερους την ύπαρξη και σημαντικότητα του.