ΕΝΟΤΗΤΑ 2η ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ
2.Β ΕΙΔΗ ΠΡΟΦΟΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ
Η ομιλία/ακρόαση και το γράψιμο/ανάγνωση αποτελούν
τους δύο βασικούς τρόπους με τους οποίους μιλάμε/γράφουμε και καταλαβαίνουμε
(ακούγοντας ή διαβάζοντας) τι μας λένε. Ωστόσο, η ομιλία και το γράψιμο συνδέονται με διαφορετικές περιστάσεις
επικοινωνίας και, άρα, υπηρετούν διαφορετικούς στόχους - ο προφορικός
λόγος είναι γενικά αυθόρμητος και ικανοποιεί τρέχουσες ανάγκες της καθημερινής
ζωής, συχνά δε "φοράει τα καλά του” και χρησιμοποιείται κυρίως σε περιβάλλον
οικειότητας μεταξύ των συνομιλητών, ενώ ο γραπτός λόγος τις περισσότερες φορές
είναι μέσο συμβατικής ή επίσημης επικοινωνίας. Επιπλέον έχουν διαφορετικά
γλωσσικά χαρακτηριστικά, εν μέρει τουλάχιστον. Ας συγκρίνουμε, για παράδειγμα,
μια τηλεφωνική συνομιλία με φιλικό πρόσωπο με μια επιστολή σε φίλο ως προς τα
γραμματικά και παραγλωσσικά τους γνωρίσματα.
Ο προφορικός
και ο γραπτός λόγος διαφέρουν πολύ ως
επικοινωνιακές δραστηριότητες: ο πρώτος έχει στο δυναμικό του το πλούσιο
φορτίο της ομιλίας για τη μετάδοση των πληροφοριών, ενώ ο δεύτερος μόνο τη
σύνταξη, το λεξιλόγιο και τη στίξη. Ο επιτονισμός
και το ύψος της φωνής του ομιλητή κάνουν μία λέξη ή φράση να ξεπερνούν την
“ονομαστική αξία" του νοήματος τους. Και όταν οι συνομιλητές έχουν οπτική
επαφή και βρίσκονται σε μικρή απόσταση μεταξύ τους, όπως συμβαίνει κατά κανόνα,
οι εκφράσεις του προσώπου, οι κινήσεις του σώματος, τα βλέμματα, ακόμη και οι
σιωπές διαμορφώνουν ένα ολόκληρο δίκτυο
παράλληλων σημασιών δίπλα στις εκφρασμένες, που βοηθά και τους συνομιλητές
ή ακροατές να ερμηνεύσουν κατάλληλα το περιεχόμενο των λόγων του ομιλητή.
Μάλιστα είναι φορές που το κύριο βάρος της σημασίας της εκφοράς του λόγου φέρουν τα
παραγλωσσικά του στοιχεία και όχι το προτασιακό του περιεχόμενο. Αυτό είναι αδύνατο να συμβεί με το γραπτό λόγο, όπου
όλα πρέπει να λέγονται “ανοιχτά”, με την εξαίρεση της “μουσικής" στίξης
(αποσιωπητικά, θαυμαστικό, εισαγωγικά, ερωτηματικό), η οποία εισάγει, με τρόπο
μάλλον συμβατικό, σημασίες δεύτερου επιπέδου (υπονοήματα, ειρωνεία,
συναισθηματικές σημασίες κ.ά.).
Θα λέγαμε, λοιπόν, ότι ο γραπτός λόγος είναι ο λόγος της διανομής πληροφοριών, που
καταξιώνεται κοινωνικά, επειδή ξεπερνά το “εδώ και τώρα" και γίνεται
λόγος της “μεγάλης διάρκειας", ενώ ο
προφορικός λόγος είναι ο λόγος της συνομιλιακής διεπίδρασης, ο λόγος του
“εδώ και τώρα", λόγος φευγαλέος, λόγος της “μικρής διάρκειας".
Εξάλλου, αν ο προφορικός λόγος είναι ο λόγος της διαπροσωπικής επικοινωνίας, ο
γραπτός λόγος είναι ο λόγος της
κοινωνικής χρησιμότητας. Επιτρέπει στους ακροατές και τους αναγνώστες να
βοηθούν τη μνήμη τους, καταγράφοντας τις πιο χρήσιμες από τις πληροφορίες που
δέχονται και, επιπλέον, επιτρέπει στην κοινωνία ή το έθνος να μην ξεχνούν
κείμενα καταστατικού χαρακτήρα και ιστορικής σημασίας (συντάγματα, νόμους,
συνθήκες κ.λπ.).
2.Β.2.
Διαφορές προφορικού
και γραπτού λόγου
στη χρήση της
γλώσσας
Προφορικός λόγος
• Περιλαμβάνει πολλές συντακτικά ατελείς προτάσεις ή ομάδες
ανολοκλήρωτων φράσεων: κυρία Μ., θα 'θελα/εεσείς τη γνώμη σας.
• Χρησιμοποιεί ευρύτατα την παράταξη και την ασύνδετη
συμπαράθεση προτάσεων.
• Είναι γεμάτος από επαναλήψεις συντακτικών δομών: Ντάξει,
όχι καταλαβαίνω ε καταλαβαίνω και τη συγκίνηση σας, γιατί είν' ένα βιβλίο συ-
συγκινητικό.
• Προτιμά την ενεργητική σύνταξη και αποφεύγει την
παθητική.
• Προτιμά πολλές φορές την προτασιακή δομή θέμα-σχόλιο
(θέμα μιας πρότασης είναι το αντικείμενο του ενδιαφέροντος της και το
σημείο εκκίνησης της σε αντιδιαστολή προς το σχόλιο, που είναι το
συστατικό της πρότασης που «λέει κάτι» για το «θέμα») και όχι τη δομή υποκείμενο-κατηγόρημα(ρήμα-κατηγορούμενο
ή ρήμα-αντικείμενο): η καρέκλα/ να την βάλεις στη θέση της (αντί την καρέκλα να τη βάλεις στη θέση της ή να
βάλεις την καρέκλα στη θέση της).
• Περιλαμβάνει πολλές επανεκκινήσεις, που βελτιώνουν
προηγούμενες διατυπώσεις: Την/ δε/την/τα τέλη του ’50 και τ- τα ’60 είναι
είναι μια εποχή που δεν τη γνωρίζετε καθόλου.
• Χαρακτηρίζεται από αφθονία λέξεων ασαφούς σημασίας
(γενικευτικών όρων): πράγμα, μέρος, κάποια, κάτι, διάφορα, πολύ, αυτό, καλό,
κακό κ.ά.
Είναι
διάσπαρτος από πραγματολογικά μόρια: λίγο, λιγάκι, έτσι, ας πούμε, που λένε,
ξέρω 'γω, νομίζω, εε, αα κ.ά
Γραπτός λόγος
• Περιλαμβάνει μεγάλη ποικιλία υποτακτικών συνδέσμων και
συνδετικών φράσεων (πάντως, βέβαια, φυσικά, επίσης, λοιπόν, συνεπώς κ.λπ.).
• Περιλαμβάνει λέξεις που δείχνουν τα μέρη της οργάνωσης
του κειμένου, όπως οι όροι μιας απαρίθμησης {πρώτο, δεύτερο, τρίτο...).
• Προτιμά ονοματικές φράσεις, όπου αφθονούν οι προσδιοριστικοί όροι: της προϊσταμένης
αρχής. Που δεν είναι πάντα πολύ ανοιχτόμυαλη.
• Χρησιμοποιεί κυρίως την παθητική σύνταξη.
• Αρέσκεται να προβάλει και να τονίζει συστατικά (ρήμα, αντικείμενο,
κατηγορούμενο) του κατηγορήματος.
• Επιλέγει κανονικά την προτασιακή δομή υποκείμενο-κατηγόρημα.
2.Β.2 Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ
Η
επιστολή είναι ένα είδος γραπτού λόγου με το οποίο δύο άτομα επικοινωνούν μεταξύ τους και ανταλλάσσουν απόψεις, ιδέες και
πληροφορίες για θέματα ή γεγονότα που τους αφορούν.
Αυτός
που στέλνει την επιστολή λέγεται αποστολέας
και αυτός που τη λαμβάνει λέγεται παραλήπτης.
Τις
επιστολές μπορούμε να τις χωρίσουμε σε διάφορες κατηγορίες ανάλογα με το περιεχόμενό τους: φιλικές, οικογενειακές, εμπορικές,
συγχαρητήριες, συλλυπητήριες κ.λπ., και εξυπηρετούν πολλές πρακτικές ανάγκες
της καθημερινής ζωής
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ
•
Υπάρχει
πάντα η ημερομηνία (στο πάνω δεξί άκρο της σελίδας), η οποία συνοδεύεται
συνήθως από ένα τοπωνύμιο.
•
Η
επιστολή αρχίζει με μια προσφώνηση,
ανάλογα με το πρόσωπο στο οποίο απευθυνόμαστε (π.χ. Αγαπημένε μου φίλε,
Αξιότιμε κύριε κ.λπ.).
•
Το ύφος του λόγου σε μια επιστολή εξαρτάται απ' αυτόν για τον οποίο προορίζεται: το ύφος
είναι απλό, φιλικό και οικείο, όταν ο παραλήπτης είναι ένα γνωστό μας πρόσωπο,
αλλά επίσημο και τυπικό, όταν ο παραλήπτης είναι κάποιο άτομο που δε γνωρίζουμε
καλά, έχουμε τυπικές ή επαγγελματικές σχέσεις μαζί του κ.λπ.
•
Στην
επιστολή υπάρχει, όπως και στ' άλλα κείμενα, πρόλογος, κύριο μέρος και επίλογος (δηλαδή περιεχόμενο
με συγκεκριμένη δομή).
•
Η
επιστολή κλείνει μ' ένα χαιρετισμό (αποφώνηση) πάλι ανάλογα με το
πρόσωπο στο οποίο απευθυνόμαστε (π.χ. σε φιλώ, με αγάπη, με τιμή, με εκτίμηση
κ.λπ.).
Βασικά
στοιχεία μιας επιστολής πρέπει να
είναι η σαφήνεια, η συντομία, η απλότητα, η ακρίβεια και η ευγένεια,
προκειμένου να επιτυγχάνεται η επικοινωνία ανάμεσα στον αποστολέα και τον
παραλήπτη.
2.Β.3. Γλωσσική ποικιλία - Μέσο και περίσταση επικοινωνίας
α)
Τα σημαντικότερα στοιχεία κάθε γλωσσικού γεγονότος
Ο
τρόπος που μιλάμε/γράφουμε και το περιεχόμενο της ομιλίας μας εξαρτώνται από
πολλούς παράγοντες όπως:
α.
το περιβάλλον ή σκηνικό,
που αναφέρεται στα χωροχρονικά
δεδομένα (που και πότε επικοινωνούμε) του γεγονότος,
β.
τα μέλη, δηλαδή τα πρόσωπα που συμμετέχουν στο γεγονός με
διάφορους ρόλους, π.χ. ως δημιουργοί-πομποί (ομιλητές, συγγραφείς), αποδέκτες ή
κοινό (ακροατές, αναγνώστες, ωτακουστές) κ.λπ.,
γ.
ο σκοπός, για τον οποίο
γράφει, μιλά, ακούει ή διαβάζει κάποιος
δ.
ο τόνος, που
μπορεί να είναι τυπικός ή ανεπίσημος, οικείος ή απομακρυσμένος, εμφατικός ή
αδιάφορος κ.λπ.,
ε.
το μέσο, λεκτικό ή μη, γραπτό ή προφορικό κ.λπ., στ. η μορφή
του μηνύματος, π.χ. διάλεξη, συνομιλία, σονέτο και
ζ.
το περιεχόμενο του γεγονότος, που αναφέρεται στην ευρύτερη φύση της επικοινωνίας στην οποία
εντάσσεται το γεγονός, π.χ. μια προσευχή μπορεί να εντάσσεται στο μεγαλύτερο
γεγονός της λειτουργίας».
2.Γ Η ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΚΑΙ Η ΔΟΜΗ ΤΗΣ
Η παράγραφος είναι μία μικρογραφία ενός ευρύτερου κειμένου και είναι απαραίτητη στο γραπτό λόγο γιατί
διευκολύνει τον αναγνώστη στην κατανόηση
του θέματος, αφού κάθε παράγραφος παρουσιάζει μια διαφορετική πλευρά ενός θέματος. Γενικότερα η καθαρότητα
νοημάτων σε οποιουδήποτε είδους γραπτό κείμενο εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, από
την σωστά οργανωμένη και αναπτυγμένη παράγραφο.
Η δομή της μπορεί να
είναι η εξής :
α) Θεματική
πρόταση (πρόλογος)
Η θεματική πρόταση
πρέπει να αναφέρει ξεκάθαρα με ακριβή και σαφή διατύπωση το θέμα της παραγράφου και την θέση του γράφοντος. (Είναι η συμπύκνωση
όλων των νοημάτων που περιέχονται στην παράγραφο και μπορεί να λειτουργήσει σαν
οδηγός, του γράφοντος, στην ανάπτυξη των σκέψεων του).
Η πιo
συνηθισμένη θέση για μια θεματική
πρόταση είναι στην αρχή της παραγράφου (χωρίς βέβαια να αποκλείεται η μέση
και το τέλος) γιατί βοηθά τον συγγραφέα να οργανώσει τις επιμέρους λεπτομέρειες
γύρω από την κύρια ιδέα και τον συγκρατεί από οποιαδήποτε εκτροπή.
β) Λεπτομέρειες (κύριο θέμα)
Οι λεπτομέρειες χρησιμοποιούνται για να αναπτυχθεί,
επεξηγηθεί και δικαιολογηθεί η θεματική πρόταση με τέτοιο τρόπο ώστε να
είναι σαφής και κατανοητή. Οσα αναφέρονται στην παράγραφο πρέπει να σχετίζονται
με την θεματική πρόταση. Οι σκέψεις πρέπει να είναι τοποθετημένες με λογική
σειρά.
Οι λεπτομέρειες
αποτελούνται από δύο είδη προτάσεων :
β1 ) τις
βασικές που επιτελούν μία μόνο λειτουργία. Δηλαδή αναπτύσσουν και
υποστηρίζουν άμεσα την κύρια ιδέα της παραγράφου παρουσιάζοντας μια νέα άποψη
της κύριας ιδέας καθιστώντας την πιο κατανοητή.
β2) τις βοηθητικές προτάσεις που
αναπτύσσουν την βασική πρόταση στην οποία ανήκουν (άμεση επίδραση) και
συγχρόνως βοηθούν την βασική πρόταση να αναπτύξει την κύρια ιδέα της παραγράφου
-τη θεματική πρόταση (έμμεση επίδραση).
γ) Κατακλείδα (επίλογος).
Ο ρόλος της πρότασης αυτής είναι να συνοψίσει την κύρια ιδέα της παραγράφου και να την ολοκληρώσει.
Γι' αυτό η πρόταση κατακλείδα πρέπει να θυμίζει στον αναγνώστη την κύρια ιδέα
της παραγράφου.
Με την ίδια μέθοδο αναπτύσσεται και η παρακάτω παράγραφος:
Ή
κατάσταση μέσα στην κουζίνα έδειχνε πώς ή μητέρα
είχε φύγει βιαστικά από το σπίτι. Στο νεροχύτη ή κατσαρόλα ήταν γεμάτη πιάτα και ζεστό σαπουνόνερο. Άλλα πιάτα, ποτήρια και
μαχαιροπίρουνα πλυμένα,
αλλά όχι σκουπισμένα, ήταν τοποθετημένα πλάι στο μάρμαρο του νεροχύτη. Ή ποδιά της μητέρας ήταν πεταμένη στην πλάτη μιας
καρέκλας αντί να κρέμεται
στο καρφί του τοίχου, όπως συνήθως. Πάνω στο τραπέζι της κουζίνας υπήρχαν ανάκατες τέσσερες ή πέντε πιατοπετσέτες για δίπλωμα. Σκεφτόμουν με απορία τι να ήταν εκείνο πού έκανε τη μητέρα μου
ν' αφήσει στη μέση τη δουλειά της και
να φύγει τόσο βιαστικά από το σπίτι.
2.Γ. ΟΙ ΕΝΝΟΙΕΣ
ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΥΝΟΧΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΔΕΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΣΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΤΟΝ ΠΑΡΑΓΡΑΦΏΝ
Ενότητα
της παραγράφου.
Μια
επιτυχημένη παράγραφος εκτός από το σαφή σκοπό και την επαρκή ανάπτυξη της
πρέπει να διαθέτει και ενότητα. Δηλαδή πρέπει να μην περιέχει λεπτομέρειες άσχετες
προς την κύρια ιδέα η οποία εκφράζεται, όπως έχει ήδη
επισημανθεί, με τη θεματική πρόταση.
Για
να επιτευχθεί ενότητα σε μία παράγραφο θα πρέπει ο συγγραφέας της να σκεφθεί
πάνω στη θεματική του πρόταση πριν αρχίσει να την γράφει.
Για
να αποφευχθεί η παρέμβαση άσχετων λεπτομερειών - άσχετα από το πόσο
ενδιαφέρουσες ή σπουδαίες μπορεί να φαίνονται - είναι απαραίτητο να γραφτεί η
θεματική πρόταση στην αρχή της παραγράφου και να εστιασθεί εκεί η προσοχή κατά
την ανάπτυξη της.
Συνοχή
της παραγράφου.
Συνοχή
είναι η λογική σύνδεση των σκέψεων και των νοημάτων. Με άλλα λόγια είναι η
προσπάθεια διασαφήνισης των σχέσεων μεταξύ των προτάσεων και η διευκόλυνση του
αναγνώστη να προχωρεί άνετα από την μία πρόταση στην άλλη. Αυτό μπορεί να
επιτευχθεί από μια παράγραφο: α) με το να συμπληρώνει τα μικρά κενά στη σκέψη
του και β) να προσθέτει συνδετικές λέξεις και φράσεις, για να συνδέσει τις
προτάσεις μεταξύ τους (όπως μεν, δε, επίσης, αλλά...).
Τέλος η συνοχή μπορεί να επιτευχθεί
με τη βοήθεια αντωνυμιών, μεταβατικών εκφράσεων, επανάληψης και νοηματικής συγγένειας.
Οι
προτάσεις στο εσωτερικό των παραγράφων συνδέονται με κατάλληλες λέξεις ή
φράσεις που λέγονται συνδετικές. Αυτές είναι όσες λέξεις ή φράσεις
δηλώνουν:
αντίθεση:
εξάλλου, εντούτοις, όμως, ενώ, αν
και, ωστόσο, αντίθετα, άλλωστε, παρ’ όλα αυτά κ.λπ.
συμπέρασμα:
λοιπόν, επομένως, ώστε, άρα,
συμπερασματικά, με αποτέλεσμα κ.λπ.
επεξήγηση:
δηλαδή, με άλλα λόγια, εξηγώντας, μια
ερμηνεία είναι κ.λπ.
χρόνο:
μετά, ύστερα, αργότερα, πριν, όταν,
αφού, από τότε που κ.λπ.
αιτία:
επειδή, εφόσον, γιατί, γι’ αυτό, μια
και, λόγω του ότι, εξαιτίας κ.λπ.
παράδειγμα:
π.χ., λ.χ., για παράδειγμα, όπως
κ.λπ.
προσθήκη:
επίσης, επιπλέον, ακόμη, εκτός απ'
αυτό κ.λπ.
τόπο:
πάνω, κάτω, εδώ, εκεί, στο πλάι, πέρα κ.λπ.
έμφαση:
αξίζει να σημειωθεί, το πιο
σημαντικό, είναι αξιοσημείωτο, θα ήθελα να τονίσω κ.λπ.
όρο,
προϋπόθεση: με την προϋπόθεση, εκτός
αν, αν κ.λπ.
απαρίθμηση:
πρώτον, δεύτερον..., κατ' αρχάς κ.λπ.
γενίκευση:
γενικά, κατά κύριο λόγο, συνήθως, τις
περισσότερες φορές κ.λπ.
αναλογία
/ ομοιότητα: όπως, σαν, ομοίως, κατ'
ανάλογο τρόπο κ.λπ.
σύγκριση
/ διάζευξη: ή... ή, είτε... είτε,
ούτε... ούτε, μήτε... μήτε κ.λπ.
ταξινόμηση
/ διαίρεση: αφενός... αφετέρου, από
τη μια... από την άλλη κ.λπ.
|
Δομή και χαρακτηριστικά παραγράφου |
Η σύνδεση των προτάσεων μέσα σε μια παράγραφο μπορεί
να γίνει και με άλλους τρόπους, εκτός από τις συνδετικές λέξεις, όπως:
• με την επανάληψη μιας λέξης που προηγήθηκε
π.χ.
Ο υπολογιστής σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί, βέβαια, να αντικαταστήσει το
δάσκαλο και το βιβλίο. Ο δάσκαλος παίζει και πρέπει να παίζει κεντρικό
ρόλο...
• με την παράλειψη μιας
λέξης που ήδη αναφέρθηκε
π.χ.
Ο ρόλος του βιβλίου είναι σημαντικός. Αποτελεί (ενν. το βιβλίο) τη βάση
όπου μπορεί να ανατρέξει ο μαθητής κάθε στιγμή.
• με την αντικατάσταση μιας
λέξης με αντωνυμία, επίρρημα ή άλλη συνώνυμη λέξη'
π.χ.
Στο μουσείο υπήρχαν πολλά αγγεία της κλασικής περιόδου. Αυτά (αντί ; της
λέξης αγγείο) απεικόνιζαν...